Free

Άλκηστις

Text
Author:
iOSAndroidWindows Phone
Where should the link to the app be sent?
Do not close this window until you have entered the code on your mobile device
RetryLink sent

At the request of the copyright holder, this book is not available to be downloaded as a file.

However, you can read it in our mobile apps (even offline) and online on the LitRes website

Mark as finished
Font:Smaller АаLarger Aa

ΣΚΗΝΗ Ε'



Άδμητος – Χορός



ΧΟΡΟΣ



Τι κάνεις; Τέτοια συμφορά σ' ευρήκε κι' όμως θέλεις

τον ξένον σου να τον δεχθής, να τον φιλοξενήσης;



ΑΔΜΗΤΟΣ



Τάχα θα μ' επαινούσατε αν έδιωχνα τον ξένο

από το σπίτι μου εδώ κι' από την πόλι; Όχι.

Η συμφορά λιγώτερη βεβαίως δεν θα ήτο

και μόνο εγώ αφιλόξενος θα ήμουν. Μέσα σ' τάλλα

κακά που μ' ηύραν θάλεγε ο κόσμος πως ακόμη

είμαι και αφιλόξενος και δεν τιμώ τους ξένους.

Κι' όμως εγώ όταν βρεθώ στο άνυδρο το Άργος

εκείνος με φιλοξενεί και με περιποιείται.



ΧΟΡΟΣ



Αφού όμως είναι φίλος σου όπως τον λες, τι κρύβεις

τη συμφορά σου απ' αυτόν και δεν την φανερώνεις;



ΑΔΜΗΤΟΣ



Αν μάθαινε τον πόνο μου, θα ήθελε να μείνη;

Ξέρω πως ό,τι έκαμα θα σας φανή μια τρέλλα,

και δεν θα μ' επαινέσετε. Μα το δικό μου σπίτι

δεν έμαθε τους ξένους του να διώχνη, ν' ατιμάζη,



(Εισέρχεται εις τα ανάκτορα)



ΧΟΡΟΣ



Ω πάντοτε φιλόξενο, πρόθυμο πάντα σπίτι

που κι' ο Απόλλων κάποτε ο Πύθιος, με τη λύρα

την ξακουσμένη εδέχθηκε στη στέγη σου να μείνη

γύρω στους λόφους σαν βοσκός την λύρα του να παίζη,

και τα κοπάδια να καλή σε υμεναίων μεθύσι.

Μαζί τους εβοσκούσανε, στον ήχο μαγεμμένοι

λύγκες με δέρμα ραβδωτό και άγρια λιοντάρια

που έφευγαν απ' της Όθρυος τα δάση. Γύρω γύρω

απ' την κιθάρα σου, αλαφρό, εχόρευε, ω Φοίβε,

το ζαρκαδάκι το μικρό με παρδαλό το δέρμα

όπου πετιέται άξαφνα απ' της ψηλές ελάτες.

Γιατί αλήθεια ο Άδμητος σε χώρα βασιλεύει

που έχει απ' όλες πιο πολλά κοπάδια γύρω γύρω

απ' τα κρυστάλλινα νερά της λίμνης της Βοιβίας.

Τα έμμορφα χωράφια της απλώνει απ' τώνα μέρος

από εκεί που ο Ήλιος τα άλογα του ζεύει

κατά των Μολοσσών τη γη, κι' από το άλλο μέρος

προς το Αιγαίον απλώνεται και προς το Πήλιον κάτω

όπου στης παραλίες του δεν βρίσκεται λιμάνι.

Τώρα το σπίτι του άνοιξε για να δεχθή τον ξένο

αν και το μάτι του είναι υγρό ακόμη από το δάκρυ

για την γυναίκα που έχασε προ λίγης ώρας τώρα.

Αλλ' η ευγενική ψυχή πάντα θα κάμη εκείνο

που θεωρεί καθήκον της και πρέπον να το κάμη.

Και οι καλοί πάντα καλά θα κάμουν. Τον θαυμάζω

για ό,τι έκαμε, και μέσ' στα βάθη της ψυχής μου

εγώ έχω την πεποίθησι πως οι θεοί ως το τέλος

την ευτυχίαν θα δώσουνε σε ένα τέτοιον άνδρα.



(Εισέρχεται εις την σκηνήν η νεκρική πομπή της Αλκήστιδος)



ΣΚΗΝΗ Δ'

ΑΔΜΗΤΟΣ, ΧΟΡΟΣ, έπειτα ο ΦΕΡΗΣ

ΑΔΜΗΤΟΣ



Άνδρες Φεραίοι, ευχαριστώ που ήλθατε εδώ όλοι

για να μας αποδείξετε πόσο μας αγαπάτε.

Τώρα οι δούλοι φέρνουνε στον τάφο στολισμένο

το σώμα της γυναίκας μου, με όσα στολίδια πρέπει.

Σεις αποχαιρετίσατε την πεθαμμένη τώρα

που ξεκινά για το υστερνό και αγύριστο ταξείδι.



(Εμφανίζεται ο Φέρης ακολουθούμενος από δούλους, οι οποίοι φέρουν δώρα).



ΧΟΡΟΣ



Να κι' ο πατέρας σου, Άδμητε, αργά αργά προβαίνει

με βήμα που του έκαμε βαρύ η ηλικία.

Οι δούλοι του στα χέρια τους τα δώρα του κρατούνε

που συνηθίζουν στους νεκρούς να βάζουνε.



ΦΕΡΗΣ



Παιδί μου,

ήλθα κ' εγώ να κλάψωμε μαζί τη συμφορά σου.

Κανείς δεν έχει αντίρρησι πως έχασες γυναίκα,

που ήταν καλή και φρόνιμη. Μα τι να κάμης τώρα;

Όσω κι' αν είναι δύσκολο, θα το υποφέρης. Δέξου

και βάλε της στον τάφο της τα λίγα αυτά στολίδια.

Γιατί αξίζει απ' όλους μας να τιμηθή το σώμα

εκείνης που απέθανε για να σε σώση εσένα.

Με την θυσία της αυτή δεν άφησε κ' εμένα

χωρίς παιδί ναπόμενα τώρα στη γηρατειά μου.

Παράδειγμα έγινεν αυτή σε όλες της γυναίκες

μ' αυτό οπού ετόλμησε προς χάριν σου να κάμη.

οπού, συ που έσωσες αυτόν κι' όλους εμάς μαζί του,

χαίρε, και είθε κάτω εκεί στου Άδου τα παλάτια

ωραίαν να βρης ανάπαυσιν. Αλήθεια ή τέτοιον γάμο

πρέπει κανείς να εύχεται, ή ανύπαντρος να μένη.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Ούτε εγώ σ' εκάλεσα να έλθης στην κηδεία

ούτε που ήρθες χαίρομαι. Να πάρης και τα δώρα

που έφερες, γιατί σ' αυτήν εγώ δεν θα τα βάλω.

Για να ταφή, απ' τα δώρα σου ανάγκη αυτή δεν έχει.

Τότε έπρεπε να λυπηθής, όταν εγώ εχανόμουν.

Μα εσύ που τότε εδέχθηκες, αν κ' ήσουν τόσω γέρος,

να αποθάνω νέος εγώ, τώρα γι' αυτήν λυπάσαι:

Δεν είσαι συ πατέρας μου, όπως το λες, μα ούτε

και μάννα μου είναι αυτή, που λέει πως είναι μάννα

μόνο γιατί με γέννησε. Κάποια γυναίκα ξένη

μ' έδωσε στη γυναίκα σου να με βυζάξη. Μόλις

ήλθε η στιγμή κ' οι δύο σας να δείξετε αν είσθε

αλήθεια οι γονείς μου εσείς, φανήκατε κ' οι δύο.

Ή μήπως ανανδρότερος απ' όλους εγεννήθης

κ' εδειλίασες κι' αρνήθηκες σ' αυτήν την ηλικία

για του παιδιού σου την ζωή να χάσης τη δική σου,

και μία ξένη αφήσατε για μένα να πεθάνη,

που δίκαια την είχα εγώ πατέρα και μητέρα.

Και όμως θα ήταν ο αγών ωραίος να πεθάνης

για το παιδί σου, αφού έφθασες στο τέλος πια του βίου

και δεν σου έμενε πολύς καιρός να ζήσης πλέον.

Έπειτα όλες που ημπορεί κανένας να ζητήση

της ευτυχίες στον κόσμο αυτό της είχες. Από νέος

ακόμη ήσουν βασιλιάς. Και ούτε υπήρχε φόβος

πεθαίνοντας να άφηνες πίσω ορφανό τον θρόνο

ξένοι να τον αρπάξουνε, αφού είχες το παιδί σου.

Ούτε μπορούσες βέβαια να πης, πως δεν τιμούσα

τα γηρατειά σου και γι' αυτό μ' άφησες να πεθάνω

γιατί εγώ σου έδειχνα τον σεβασμό, που πρέπει

να δείχνωμε στους γέροντας, και όμως ιδέτε τώρα

κ' οι δυο πως μου πληρώσατε αυτόν τον σεβασμό μου.

Βεβαίως δεν θα μπορούσες πια άλλα παιδιά να κάμης,

να σε γηροκομήσουνε και όταν θάλθη η ώρα,

το σώμα σου να εκθέσουνε και με τιμή να θάψουν.

Εγώ μ' αυτά τα χέρια μου βεβαίως δεν θα σε θάψω,

γιατί εγώ είμαι νεκρός για σένα. Αν σ' έναν άλλον

χρωστώ το ότι ζωντανός είμαι ακόμα, εκείνον

ωσάν πατέρα θα τιμώ και θα γηροκομούσα.

Άδικα λεν οι γέροντες πως θέλουν να πεθάνουν

και ότι βαρεθήκανε την μακρυνή ζωή τους.

Μόλις φανή ο θάνατος πως θέλει να τους πάρη.

όλοι ευθύς μετανοούν, και βρίσκουν πως το γήρας

δεν είναι πια βαρύ γι' αυτούς.



ΧΟΡΟΣ



Άδμητε, παύσε τώρα.

Φθάνει αυτή η συμφορά? τον γέρο μην πληγώνης.



ΦΕΡΗΣ



Παιδί μου, σε ποιόν δούλον σου μιλείς μ' αυτά τα λόγια,

σε Φρύγα ή σε ανθρώπον που πήρες στη Λυδία;

Δεν είμαι τάχα Θεσσαλός ελεύθερος; Δεν είχα

κ' εγώ πατέρα Θεσσαλόν κ' ελεύθερον; Με βρίζεις

με λόγια που τα όρια της λύπης σου περνούνε.

Μα έπειτα απ' τα λόγια αυτά δεν ημπορείς να φύγης.

Εγώ σ' εγέννησα, κ' εγώ είχα καθήκον πάλι

να σ' αναθρέψω, κύριον στο σπίτι να σε κάμω,

αλλ' όχι και προς χάριν σου να χάσω τη ζωή μου.

Αυτό καμμιά συνήθεια του τόπου δεν το λέει

κι' ούτε απ' τον πατέρα μου το έμαθα ως νόμον.

Αν εγεννήθης ευτυχής ή δυστυχής, δικό σου

είναι γραφτό, από εμάς ό,τι ήτανε να πάρης

το πήρες. Είσαι βασιλιάς νέος λαού μεγάλου

και θα σου αφήσω κτήματα πολλά, όσα επήρα

κ' εγώ απ' τον πατέρα μου. Λοιπόν, τι σου έχω κάμει

κακό, και τι σ' εστέρησα; Δεν θέλω να πεθάνης

εσύ για μένα, μα ούτ' εγώ για χάρι σου πεθαίνω.

Συ την ζωή την αγαπάς? εγώ, νομίζεις, όχι;

Του κάτω κόσμου η ζωή είναι μακρυά κ' αιώνια,

εδώ επάνω η ζωή είν' λίγη μα γλυκειά είναι.

Εσύ χωρίς καμμιά ντροπή εζήτησες να ζήσης

κι' όταν η ώρα σου έφθασε σώθηκες απ' τη Μοίρα

σκοτώνοντας αυτήν εδώ, και βρίζεις τώρα εμένα

εσύ, ο αλήθεια άνανδρος, που εδέχθης μια γυναίκα

πριν νάρθη η ώρα να χαθή προς χάριν του καλού της;.

Ωραίαν ευρήκες πρόφασι ποτέ να μην πεθάνης,

αν πείθης την γυναίκα σου την θέσι σου να παίρνη.

Τέτοιος εσύ, κατηγορείς τους άλλους, που δεν θέλουν

να κάνουν ό,τι κάνεις συ. Σιώπησε και σκέψου,

πως αν εσύ την αγαπάς δικαίως τη ζωή σου,

οι άλλοι δεν την αγαπούν; Μην λες κακά για μένα,

γιατί πολύ χειρότερα θ' ακούσης, και δικαίως.



ΧΟΡΟΣ



Λόγια κακά ακούσθηκαν εδώ και πριν και τώρα.

Αλλ' όμως παύσε, γέροντα, να βρίζης το παιδί σου.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Πες ό,τι θέλεις· ξέρω εγώ πως θα σου απαντήσω.

Εάν σου κακοφαίνεται ν' ακούης την αλήθεια,

δεν έπρεπε να μου φερθής, όπως εσύ εφέρθης.



ΦΕΡΗΣ



Αν πέθαινα για χάρι σου, χειρότερο θα ήτον.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Το ίδιο είναι ο θάνατος του γέρου και του νέου;



ΦΕΡΗΣ



Μία ζωή θα ζήσωμε και όχι δύο.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Είθε

να ζήσης περισσότερον ακόμα κι' από τον Δία.



ΦΕΡΗΣ



Αυτούς που σε εγέννησαν αδίκως καταριέσαι,

ενώ κακό δεν σούκαμαν.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Τώρα μονάχα βλέπω

πόσο σ' αρέσει η ζωή.



ΦΕΡΗΣ



Σ' εσένα δεν αρέσει,

που άλλος για σένα πέθανε και τώρα τον παιδεύεις;



ΑΔΜΗΤΟΣ



Είναι σημάδι και αυτό δικής σου ανανδρίας.



ΦΕΡΗΣ



Τώρα θα πης πως πέθανεν η Άλκηστις για μένα!



ΑΔΜΗΤΟΣ



Εύχου να μη με χρειασθής ποτέ, σε καμμιά ανάγκη?



ΦΕΡΗΣ



Πάρε και άλλες σαν κι' αυτήν για νάχης να πεθαίνουν.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Δική σου είναι η ντροπή, που ήθελες να ζήσης.



ΦΕΡΗΣ



Ε, τι να γίνη! είναι γλυκό το φως που ο θεός μας δίνει.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Δεν έχεις ανδρική καρδιά στα στήθη σου, δεν έχεις.



ΦΕΡΗΣ



Δεν χαίρεσαι, γιατί νεκρόν τον γέρο δεν κηδεύεις.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Μα θα πεθάνης άδοξος, σαν θάρθη η σειρά σου.



ΦΕΡΗΣ



Όταν πεθάνω, λέγε μου ό,τι θέλεις. Δεν θακούω.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Αλλοίμονο, τι αδιάντροπα είναι τα γηρατειά!



ΦΕΡΗΣ



Αυτή δεν ήταν αναιδής? κουτή μονάχα ευρήκες.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Φύγε και άφησε μ' εδώ να θάψω τον νεκρό μου.



ΦΕΡΗΣ



Φεύγω και θάψε την εσύ, που είσαι κι' ο φονιάς της.

Αλλά θα δώσης μια φορά λόγο στους συγγενείς της?

άνδρας δεν θα είναι ο Άκαστος, αν κάποτε δεν έλθη

να τιμωρήση άγρια της αδελφής τον φόνο.



ΑΔΜΗΤΟΣ



Λοιπόν κατάρα και σ' εσέ, κατάρα και στην μάννα,

Κ' οι δυο, αν κ' έχετε παιδί, εν τούτοις θα γυρνάτε

χωρίς παιδί. Στο σπίτι μου κανείς σας να μην έλθη.

Κι' αν είναι και με κήρυκες ναπαρνηθώ το σπίτι,

το σπίτι που γεννήθηκα, βεβαίως θα το κάμω.

Κ' εμάς που βρήκε η συμφορά τώρ' ας την υποστούμε

και ας το πάμε στην πυρά το σώμα του νεκρού μας.



ΧΟΡΟΣ



Αλλοίμονο, η δύστυχη, το θύμα αυτό της τόλμης.

Χαίρε, ω γενναία γυναίκα, εσύ, χαίρε, εσύ η μεγάλη.

Είθε ο Χθόνιος Ερμής κι' ο Άδης να δειχθούνε

ευνοϊκοί �