Free

Αθηναίων Πολιτεία

Text
Author:
iOSAndroidWindows Phone
Where should the link to the app be sent?
Do not close this window until you have entered the code on your mobile device
RetryLink sent

At the request of the copyright holder, this book is not available to be downloaded as a file.

However, you can read it in our mobile apps (even offline) and online on the LitRes website

Mark as finished
Font:Smaller АаLarger Aa

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΑ'.
ΟΙ ΔΗΜΑΓΩΓΟΙ

Εφ' όσον μεν λοιπόν ο Περικλής προΐστατο του λαού ήσαν καλύτερα της πολιτείας τα πράγματα. Όταν δε απέθανεν ο Περικλής απέβησαν πολύ χειρότερα. Διότι πρώτον τότε ο λαός έλαβεν ηγέτην αυτού άνθρωπον μη έχοντα υπόληψιν μεταξύ των εγκρίτων πολιτών. Κατά δε τους προγενεστέρους χρόνους πάντοτε έγκριτοι πολίται υπήρξαν αρχηγοί του λαού (δημαγωγοί). Διότι αρχικώς μεν και πρώτος του λαού ηγέτης έγινεν ο Σόλων, δεύτερος δε ο Πεισίστρατος, οι οποίοι ήσαν εκ της τάξεως των ευγενών και γνωστών οικογενειών. Ότε δε κατελύθη η τυραννίς (του Πεισιστράτου) ο Κλεισθένης, ο οποίος ήτον εκ του γένους των Αλκμεωνιδών, και τούτων μεν ουδείς υπήρξε πολιτικός αντίπαλος, αφ' ότου εξέπεσε το πολιτικόν κόμμα του Ισαγόρα. Μετά δε ταύτα της μεν λαϊκής τάξεως ηγέτης υπήρξεν ο Ξάνθιππος, των δε ευπόρων ο Μιλτιάδης, κατόπιν δε ο Θεμιστοκλής και ο Αριστείδης· μετά δε τούτους ο Εφιάλτης μεν υπήρξεν ηγέτης του λαού, ο Κίμων δε ο υιός του Μιλτιάδου υπήρξεν ηγέτης των ευπόρων έπειτα δε ο Περικλής μεν του λαού, ο Θουκυδίδης (113) δε των άλλων, συγγενής ων του Κίμωνος. Ότε δε απέθανεν ο Περικλής, των μεν εγκρίτων ηγέτης υπήρξεν ο Νικίας, ο αποθανών εν Σικελία, του δε λαού ο Κλέων ο υιός του Κλεαινέτου, ο οποίος φαίνεται κατ' εξοχήν επέφερε την διαφθοράν των διαθέσεων του λαού και πρώτος επί του βήματος εκραύγαζε και απηύθυνεν ύβρεις και φορέσας ζώνην (114) εδημηγόρησε, ενώ οι άλλοι ρήτορες ωμίλουν με κοσμιότητα. Έπειτα κατόπιν αυτών αρχηγός των μεν άλλων υπήρξεν ο Θηραμένης ο υιός του Άγνωνος, του δε λαού ο Κλεοφών ο κατασκευαστής λυρών, ο οποίος και πρώτος εισήγαγε την συνήθειαν της διωβολίας (115). Και επί τινα μεν χρόνον η συνήθεια αύτη εφηρμόζετο, μετά δε ταύτα κατήργησεν αυτήν ο Καλλικράτης ο Παιανιεύς, πρώτος αυτός δώσας εις τον λαόν υπόσχεσιν ότι θα προσθέση εις τους δύο οβολούς ένα ακόμη οβολόν. Αυτούς μεν λοιπόν και τους δύο κατεδίκασαν ύστερα εις θάνατον· διότι έχει συνήθειαν το πλήθος και αν παρασυρθή δι' απάτης να μισή κατόπιν εκείνους οι οποίοι το παρέσυραν να κάμη κάτι όχι καλόν. Από δε της εποχής του Κλεοφώντος πλέον διαδοχικώς ανελάμβανον πάντοτε την αρχηγίαν του λαού (δημαγωγίαν) εκείνοι όσοι είχον διάθεσιν να είναι περισσότερον θρασείς και να είναι ευχάριστοι εις τους πολλούς, αποβλέποντες εις την επιτυχίαν της στιγμής.

Λογίζονται δε ότι υπήρξαν οι καλύτεροι των εις τας Αθήνας υπαρξάντων πολιτικών μετά τους παλαιούς ο Νικίας, ο Θουκυδίδης και ο Θηραμένης· και περί μεν του Νικίου και του Θουκυδίδου όλοι σχεδόν ομοφώνως λέγουν ότι υπήρξαν όχι μόνον καλοί και αγαθοί αλλά και με πολιτικόν νουν και προς όλους τους πολίτας φερόμενοι πατρικώς, περί δε του Θηραμένους, καθ' όσον συνέβη επί της εποχής του να είναι ταραχώδη τα πολιτικά πράγματα, υπάρχει αμφισβήτησις της κρίσεως. Φαίνεται όμως εις εκείνους οι οποίοι δεν αποφαίνονται επιπολαίως ότι αυτός όχι όπως τον συκοφαντούσι κατέλυεν όλους τους τρόπους της πολιτικής διοικήσεως, αλλ' απεναντίας όλους υπεστήριζε τους τρόπους μέχρις ότου δεν παρεξετρέποντο διόλου εις παρανομίας, δεικνύων ότι ηδύνατο να πολιτεύεται με οιονδήποτε πολίτευμα – το οποίον και ακριβώς είναι έργον αγαθού πολίτου – όταν δε παρεξετρέποντο εις παρανομίας, μη συγχωρών αλλ' αποστρεφόμενος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΒ'.
Η ΕΝ ΣΙΚΕΛΙΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ – ΣΤΑΣΙΣ ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΩΝ

Εφ' όσον μεν λοιπόν αι περιπέτειαι του πολέμου ήσαν ισόρροποι διετήρουν το δημοκρατικόν πολίτευμα. Όταν δε μετά την συμφοράν την επελθούσαν εις την Σικελίαν απέβησαν ισχυρότεροι οι Λακεδαιμόνιοι ένεκα της συμμαχίας των με τον βασιλέα (των Περσών), ηναγκάσθησαν οι Αθηναίοι μεταβαλόντες την δημοκρατίαν να συστήσωσι το πολίτευμα των τετρακοσίων και τον μεν προ του ψηφίσματος λόγον είπεν ο Μηλόβιος, την δε πρότασιν υπέβαλεν εγγράφως ο Πυθόδωρος ο Αναφλύστιος, εις αυτήν δε κατεπείσθησαν κυρίως οι πολλοί, διότι επίστευαν ότι ο βασιλεύς μάλλον με το μέρος των θα ταχθή εις τον πόλεμον εάν εγκαταστήσωσι πολίτευμα ολιγαρχικόν.

Ήτο δε το υποβληθέν ψήφισμα του Πυθοδώρου τοιούτον: «Ο λαός να εκλέξη εκτός των προϋπαρχόντων δέκα προβούλων και άλλους είκοσιν εκ των εχόντων ηλικίαν πλέον των σαράντα ετών, οι οποίοι αφού ορκισθούν ότι δεν θα προτείνουν (116) ειμή εκείνα τα οποία ήθελον νομίζη συμφερώτερα εις την πόλιν, να υποβάλουν προτάσεις αποβλεπούσας εις την σωτηρίαν της πόλεως (117) · να είναι δε επιτετραμμένον εις όποιον θέλει από τους άλλους πολίτας να υποβάλη τοιαύτας εγγράφους προτάσεις, ίνα εξ όλων αυτών εκλέξωσι το καλύτερον μέτρον. Ο δε Κλειτοφών τα μεν άλλα είπεν όμοια με τον Πυθόδωρον, προσέθηκε δε εις την έγγραφον πρότασίν του να ασχοληθώσιν οι εκλεγέντες εις αναζήτησιν των πατρίων νόμων, τους οποίους έκαμεν ο Κλεισθένης ότε ίδρυσε την δημοκρατίαν, ίνα ο λαός γνωρίζων και τους νόμους αυτούς αποφασίση το άριστον, καθ' όσον ουχί δημοκρατική αλλά παραπλησία με την του Σόλωνος ήτον η νομοθεσία του Κλεισθένους· οι δε εκλεχθέντες πρώτον μεν επρότειναν ότι είναι επάναγκες οι πρυτάνεις να υποβάλωσιν εις ψηφοφορίαν όλα τα προτεινόμενα προς σωτηρίαν, κατόπιν δε κατήργησαν τας επί παρανομία καταγγελίας και τας δι' επιβουλήν του πολιτεύματος μηνύσεις και τας ενώπιον της συνελεύσεως του λαού εγκλήσεις, ίνα ούτω όλοι οι θέλοντες Αθηναίοι υποβάλωσι συμβουλάς επί των υπό συζήτησιν πραγμάτων. Εάν δε κανείς εξ αιτίας τοιαύτης ή ήθελεν επιβάλη πρόστιμον ή ήθελε καταγγείλη ενώπιον της Συνελεύσεως του λαού ή ήθελεν εισαγάγη εις δίκην ενώπιον δικαστηρίου, τούτο ν' αποτελή ένδειξιν παρανομίας αυτού και να προκαλή την παραπομπήν αυτού εις τους στρατηγούς, οι δε στρατηγοί να παραδίδωσιν αυτόν εις τους ένδεκα προς επιβολήν θανατικής ποινής (118) .

Μετά δε ταύτα εκανόνισαν τα πράγματα της πολιτείας με τον εξής τρόπον· τα μεν χρήματα, τα εισπραττόμενα, να μη είναι επιτετραμμένον να δαπανώσιν εις άλλο τι παρά εις τον πόλεμον, τα δε δημόσια υπουργήματα όλα να εκτελώσιν οι έχοντες αυτά άνευ μισθού, έως ότου εξακολουθεί ο πόλεμος, πλην των εννέα αρχόντων και των πρυτάνεων, οποιοιδήποτε και αν είναι· ούτοι δε να λαμβάνουν μισθόν τρεις οβολούς την ημέραν ο καθένας. Όλη δε η άλλη κυβέρνησις της πόλεως ν' ανατεθή εις τους πλέον δυνατούς και σωματικώς και χρηματικώς να διεξαγάγωσιν αυτήν, όχι ολιγωτέρους παρά πέντε χιλιάδες, έως ότου ο πόλεμος εξακολουθή. Ούτοι δε να είναι κύριοι και συνθήκας να συνομολογούν με οποιονδήποτε θέλουν. Να εκλέγουν δε διά ψηφοφορίας από καθεμίαν φυλήν δέκα άνδρες ηλικίας άνω των σαράντα ετών, οι οποίοι να διαλέξουν τους πεντακισχιλίους, αφού προηγουμένως ορκισθούν κατά ιεροτελεστίαν επίσημον (119) .

Οι μεν λοιπόν εκλεγέντες αυτούς τους νόμους συνέταξαν. Αφού δε εκυρώθησαν οι νόμοι ούτοι υπό του λαού, οι πέντε χιλιάδες (120) εξέλεξαν μεταξύ των τάξεων αυτών τους εκατόν άνδρας, οι οποίοι θα συνέταττον το οριστικόν πολίτευμα. Οι δε εκλεγέντες συνέταξαν και υπέβαλαν τα εξής: Να γίνωνται μεν κατ' έτος μέλη της βουλής οι έχοντες ηλικίαν άνω των τριάκοντα ετών άνευ απολαυών μισθού· απ' αυτούς δε να είναι στρατηγοί και οι εννέα άρχοντες και ο ιερομνήμων (121) και οι ταξίαρχοι και οι ίππαρχοι και οι φύλαρχοι (122) και οι διοικηταί των φρουρίων και οι ταμίαι των ιερών χρημάτων των αφιερωμένων εις την θεάν (Aθηνάν) και εις τους άλλους δέκα θεούς και ταμίαι των συμμαχικών χρημάτων και όλων των άλλων διά κοινωφελείς σκοπούς χρημάτων, είκοσιν εν όλω ταμίαι διαχειρισταί, προς δε τούτοις οι επιμεληταί των ιερών πραγμάτων και οι επόπται δέκα τον αριθμόν, να εκλέγωνται δε όλοι ούτοι εκ της τάξεως των προκρίτων, προτιμωμένων εις αυτά τ' αξιώματα περισσοτέρων εκ των εν ενεργεία βουλευτών· (123) εις όλα δε τα άλλα διοικητικά αξιώματα να εκλέγωνται διά κλήρου και όχι εκ της τάξεως των βουλευτών οι δε ταμίαι των συμμαχικών χρημάτων, οι έχοντες την διαχείρισιν, να μη επιτρέπεται να υποβάλωσι προτάσεις· να καταρτίζωνται δε τέσσαρα χωριστά βουλευτικά σώματα εκ πολιτών εχόντων την ειρημένην ηλικίαν και άνω, και εξ αυτών των σωμάτων διά κλήρου λαμβανόμενον έν ν' αποτελή την εν ενεργεία βουλήν· να κατανέμωνται δε υπ' αυτών και οι άλλοι νέοι πολίται εις τα βουλευτικά ταύτα σώματα, καθ' όσον συμπληρούται η ηλικία των (124). Οι δε αρχικώς υποδεικνυόμενοι ήδη εκατόν άνδρες να κατανείμωσιν εαυτούς και τους άλλους εις τέσσαρα μέρη κατά ίσην όσω το δυνατόν αναλογίαν και να ενεργήσωσι την ως άνω κλήρωσιν και οι διά κλήρου υποδειχθέντες προς συγκρότησιν της (πρώτης) βουλής να διατελώσιν εν ενεργεία βουλευταί δι' έν έτος· να λαμβάνωσι δε ως βουλευταί αποφάσεις οποιασδήποτε ήθελον νομίση ότι είναι ωφελιμώτεραι και ως προς τα χρήματα, ίνα διαφυλάττωνται ανέπαφα και δαπανώνται όπου πρέπει και περί των άλλων, μετά περισσοτέρας όσω το δυνατόν επιμελείας· εάν δε ήθελον να συσκεφθώσι με περισσοτέρους διά ζήτημά τι, να προσκαλή καθένας των εις την συνεδρίασιν ένα προσκεκλημένον, όποιον θέλει εκ της αυτής ηλικίας· αι δε συνεδριάσεις της βουλής να γίνωνται κάθε πέντε ημέρας, εάν μη υπάρχη ανάγκη περισσοτέρων συνεδριάσεων· την κλήρωσιν δε της βουλής να ενεργώσιν οι εννέα άρχοντες (125). Τας δε δι' υψώσεως της χειρός ψηφοφορίας να κρίνωσι πέντε, (126) οι διά κλήρου υποδεικνυόμενοι εκ των βουλευτών και εκ τούτων είς να υποδεικνύεται καθ' ημέραν ως προϊστάμενος με διπλήν ψήφον (127). Οι δε ούτω κληρωνόμενοι πέντε να εκλέγουν διά κλήρου τους θέλοντας να παρουσιασθούν προ της βουλής πρώτον μεν δι' υποθέσεις θρησκευτικάς, δεύτερον δε διά κηρύγματα προς τον λαόν, τρίτον διά πρεσβείας, τέταρτον δι' όλα τα άλλα· τα δε αναγόμενα εις τον πόλεμον, όταν παρουσιασθή ανάγκη, υποβάλλοντες εις την βουλήν άνευ κληρώσεώς των οι στρατηγοί να διαπραγματεύονται περί αυτών. Όστις δε δεν ήθελε να προσέλθη εις την βουλήν κατά την ωρισμένην ώραν να πληρώνη μίαν δραχμήν διά κάθε ημέραν, εάν δεν έχη απουσιάση λαβών άδειαν της βουλής.

 

Τούτο μεν λοιπόν το πολίτευμα συνέταξαν διά το μέλλον, διά δε τον παρόντα καιρόν συνέταξαν το εξής· να είναι μεν βουλευταί τετρακόσιοι σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα, τεσσαράκοντα από κάθε φυλήν, λαμβανόμενοι εξ αριθμού προεκλεγομένων υπό των φυλετών ηλικίας άνω των τριάκοντα ετών· ούτοι δε και τους άρχοντας να διορίζουν και τον όρκον, τον οποίον οι άρχοντες θα ορκίζωνται, να συντάξουν και διά τους νόμους και διά τας ευθύνας και διά τα άλλα να πράττουν όπως ήθελον νομίση συμφέρον. Τους δε νόμους, οι οποίοι τοιουτοτρόπως θα ετίθεντο ως προς τα πολιτικά, να μεταχειρίζωνται και να μη είναι επιτετραμμένον ούτε να τροποποιούν ούτε να μεταβάλλουν. Οι δε στρατηγοί διά το παρόν να εκλεχθούν εξ όλων των πέντε χιλιάδων, η δε βουλή όταν καταρτισθή, αφού ενεργήση επιθεώρησιν των ενόπλων, να εκλέξη δέκα άνδρας και ένα γραμματέα αυτών· οι δε ούτω εκλεγέντες να είναι άρχοντες στρατηγοί διά το επόμενον έτος με απεριόριστον εξουσίαν και εν ανάγκη συσκεπτόμενοι μετά της βουλής. Να εκλέξουν δε και ένα αρχηγόν του ιππικού και δέκα φυλάρχους. Εις δε το μέλλον η εκλογή όλων τούτων να γίνεται υπό της βουλής σύμφωνα με τα υπό του νόμου ωρισμένα· πλην δε των βουλευτών και των στρατηγών, ως προς τα άλλα αξιώματα να μη επιτρέπεται ούτε εις τους παρόντας άρχοντας ούτε εις άλλον κανένα να διατηρούν το αυτό αξίωμα πλέον ή άπαξ. Ίνα δε εις το μέλλον κατανεμηθώσιν οι τετρακόσιοι εις τας τέσσαρας βουλευτικάς εκκλησίας, (128) όταν οι πολίται θα επιτρέπεται να συνέρχωνται εις συνέλευσιν μετά των άλλων (των βουλευτών δηλαδή) ωρίσθη να κατανείμωσιν αυτούς από τούδε οι εκατόν άνδρες.

Οι μεν λοιπόν εκατόν οι εκλεχθέντες υπό των πέντε χιλιάδων τούτο συνέταξαν το πολίτευμα. Αφού δε αυτά επεκυρώθησαν υπό του λαού, προϊσταμένου εις την διαλογήν των ψήφων του Αριστομάχου, (129) η μεν βουλή η κατά το έτος της αρχοντίας του Καλλίου διελύθη πριν συμπληρώση τας συνεδριάσεις της (130) την 14 του μηνός Θαργηλιώνος, οι δε τετρακόσιοι εισήλθον εις την εξουσίαν την 22 του Θαργηλιώνος· (131) ώφειλε δε η διά ψηφοφορίας συγκροτηθείσα βουλή ν' αναλάβη το αξίωμα αυτής την 14 του Σκιροφοριώνος. Η μεν λοιπόν ολιγαρχία κατά τοιούτον τρόπον καθιδρύθη επί της αρχοντίας του Καλλίου, σωστά δε εκατόν έτη (132) μετά την εκδίωξιν των τυράννων, γενομένων πρωτουργών (της μεταβολής) του Πεισάνδρου, του Αντιφώντος και του Θηραμένους, οι οποίοι ήσαν άνδρες και καλών οικογενειών και έχοντες μεγάλην υπόληψιν συνέσεως και ευθυκρισίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΓ'.
ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ ΤΩΝ ΤΕΤΡΑΚΟΣΙΩΝ

Ότε δε κατέστη το πολίτευμα τούτο, οι μεν πέντε χιλιάδες ονομαστικώς μόνον εξελέγησαν, οι δε τετρακόσιοι μετά των δέκα των εχόντων απεριόριστον εξουσίαν (αυτοκρατόρων) εγκατασταθέντες εις το βουλευτήριον εκυβέρνων την πόλιν και αποστείλαντες πρέσβεις προς τους Λακεδαιμονίους επρότειναν τέλος του πολέμου επί τη βάσει να διατηρήσουν καθένας εκ των δύο συνθηκολογούντων όσα τότε κατείχεν. Επειδή δ' εκείνοι δεν απεδέχοντο ειμή υπό τον όρον να παραιτηθώσιν (οι Αθηναίοι) και της ηγεμονίας της θαλάσσης, ένεκα τούτου διέκοψαν τας διαπραγματεύσεις.

Σχεδόν λοιπόν τέσσαρας μήνας διετηρήθη το πολίτευμα των τετρακοσίων (133) και εκ τούτων έγινεν άρχων ο Μνησίλοχος διά δύο μήνας επί της αρχοντίας του Θεοπόμπου, ο οποίος διετέλεσεν άρχων τους επιλοίπους δέκα μήνας. Νικηθέντες δε οι Αθηναίοι εις την ναυμαχίαν πλησίον της Ερετρείας και επειδή ολόκληρος η Εύβοια πλην του Ωρεού απεστάτησε, στενοχωρηθέντες διά την συμφοράν αυτήν περισσότερον παρά διά τας προγενεστέρας (διότι περισσότερα ωφελήματα είχον από την Εύβοιαν παρά απ' αυτήν την Αττικήν) κατέλυσαν την κυβέρνησιν των τετρακοσίων και παρέδωκαν την διεύθυνσιν των πολιτικών πραγμάτων εις τους πεντακισχιλίους τους ανήκοντας εις την τάξιν των στρατευομένων πολιτών (134) ψηφίσαντες να μη είναι κανέν πολιτικόν αξίωμα έμμισθον. Κυρίως δε την κατάλυσιν (των τετρακοσίων) ενήργησαν ο Αριστοκράτης και ο Θηραμένης, μη ευχαριστούμενοι με τα διαπραττόμενα υπό των τετρακοσίων, διότι όλα ούτοι ενήργουν μόνοι των, δι' ουδέν ζητούντες την γνώμην των πέντε χιλιάδων. Φαίνεται δε ότι καλώς εκυβερνήθη η πόλις εις εκείνους τους καιρούς, ενώ υπήρχε πόλεμος και η διοίκησις ήτο στρατοκρατική (135) .

 

Από τούτους μεν λοιπόν αφήρεσεν ο δήμος την διοίκησιν της πολιτείας πολύ γρήγορα (136). Κατά το έκτον (137) δε έτος μετά την κατάλυσιν των τετρακοσίων επί της αρχοντίας του Καλλίου, του εκ της περιφερείας Αγγελή (138) ότε εγένετο η εν Αργινούσαις ναυμαχία, πρώτον μεν οι δέκα στρατηγοί οι νικήσαντες εις την ναυμαχίαν συνέβη να καταδικασθώσιν όλοι ομού διά μιας ψηφοφορίας γενομένης δι' υψώσεως των χειρών, ενώ άλλοι μεν εξ αυτών ουδ' είχον λάβη μέρος εις την ναυμαχίαν, άλλοι δε εις ξένον πλοίον (ως ναυαγοί δηλαδή) είχον διασωθή, και τούτο διότι εξηπατήθη ο λαός υπό ανθρώπων, οι οποίοι του εξήγειραν επιτηδείως την οργήν κατόπιν δε, ότε οι Λακεδαιμόνιοι εδήλωσαν ότι δέχονται να αποσυρθούν από την Δεκέλειαν διά να συνομολογηθή ειρήνη υπό τον όρον να κρατήση καθένας εκ των δύο ότι κατέχει, μερικοί μεν προθύμως έστεργον, το δε πλήθος δεν απεδέχθη, διότι εξηπατήθη από τον Κλεοφώντα, ο οποίος, ελθών εις την εκκλησίαν του δήμου μεθυσμένος και φορών θώρακα, ημπόδισε να γίνη ειρήνη, λέγων ότι δεν θα επιτρέψη τούτο, εάν οι Λακεδαιμόνιοι δεν αφήσουν όλας τας πόλεις. Μη διαχειρισθέντες δε τότε καλώς τα πράγματα, ενόησαν μετ' ολίγον καιρόν το λάθος των διότι κατά το επόμενον έτος επί της αρχοντίας του Αλεξίου έπαθαν την συμφοράν της εν Αιγός Ποταμοίς ναυμαχίας, συνεπεία της οποίας, γενόμενος ο Λύσανδρος κύριος της πόλεως, εγκαθίδρυσε τους τριάκοντα (τυράννους) με τον εξής τρόπον. Αφού η ειρήνη συνομολογήθη με αυτούς (τους Αθηναίους) υπό τον όρον να εξακολουθήσουν κυβερνώμενοι κατά το πάτριον πολίτευμα, οι μεν λαϊκοί προσεπάθουν να διασώσουν την δημοκρατίαν, εκ δε των επιφανών οι μεν ανήκοντες εις πολιτικάς εταιρείας και μετ' αυτών εκείνοι εκ των εξορίστων, όσοι επανήλθον μετά την ειρήνην, επεθύμουν ολιγαρχίαν, όσοι δε εις καμμίαν εταιρείαν πολιτικήν δεν ανήκον, είχον δε πολιτικήν υπόληψιν ουχί κατωτέραν, εζήτουν το πάτριον (παλαιόν) πολίτευμα, μεταξύ των οποίων ήτο μεν και ο Αρχίνος και ο Άνυτος και ο Κλειτοφών και ο Φορμίσιος και άλλοι πολλοί, προεξήρχε δε κυρίως ο Θηραμένης. Ότε δε ο Λύσανδρος προσετέθη με τους ολιγαρχικούς, ο λαός κυριευθείς από φόβον ηναγκάσθη να ψηφίση ολιγαρχικόν πολίτευμα. Υπέβαλε δε ενυπογράφως το ψήφισμα ο Δρακοντίδης ο Αφιδναίος (139) .

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΔ'.
ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΩΝ ΤΡΙΑΚΟΝΤΑ

Οι μεν λοιπόν τριάκοντα κατ' αυτόν τον τρόπον έλαβαν την εξουσίαν επί της αρχοντίας, του Πυθοδώρου, (140) γενόμενοι δε κύριοι της πόλεως, τα μεν άλλα τα ψηφισθέντα περί οργανώσεως του πολιτεύματος παρέβλεψαν, καταστήσαντες δε πεντακοσίους βουλευτάς και τα άλλα αξιώματα μεταξύ χιλίων προεκλεγέντων επί τούτω και εκλέξαντες μόνοι των απ' ευθείας δέκα άρχοντας του Πειραιώς και ένδεκα φύλακας του δεσμωτηρίου και τριακοσίους μαστιγοφόρους υπηρέτας έμεναν εξουσιασταί της πόλεως μόνοι των. Και κατ' αρχάς μεν ήσαν μετριοπαθείς προς τους πολίτας και προσεποιούντο ότι επεδίωκαν την εφαρμογήν του πατροπαραδότου πολιτεύματος και κατήργησαν τους νόμους του Εφιάλτου και του Αρχιστράτου τους περί των Αρεοπαγιτών (141) , καθώς και εκ των θεσμών του Σόλωνος εκείνους όσοι διήγειρον αμφισβητήσεις και την αυθαίρετον ερμηνείαν την εις τους δικαστάς αναγνωριζομένην κατήργησαν, ως εάν ήθελαν να επανορθώσουν το πολίτευμα και ν' αποδώσουν εις αυτό κύρος. Παραδείγματος χάριν την διάταξιν ότι δύναταί τις να δώση (ν' αφήση) την περιουσίαν του εις όποιον αυτός θέλη, απλοποιήσαντες και αφήσαντες τούτο μόνον (142) , αφήρεσαν τους συναφείς περιορισμούς, ήτοι τον όρον «εάν δεν είναι ακαταλόγιστος εξ αιτίας γηρατείων ή εάν δεν παρασυρθή εις τούτο υπό γυναικός» διά να μη δύνανται να επεμβαίνουν οι συκοφάνται. Ομοίως δε τούτο (τοιαύτην δηλαδή απλοποίησιν) έκαμναν και επί των άλλων νόμων. Κατ' αρχάς μεν λοιπόν ταύτα έπραττον και τους συκοφάντας και τους ομιλούντας προς τον λαόν δημαγωγικώς αντιθέτως προς το ωφέλιμον, ραδιούργους όντας και πονηρούς, εθανάτωναν δι' αυτά δε συντελούμενα ευχαριστούντο οι πολίται, νομίζοντες ότι χάριν της κοινής ωφελείας ενήργουν αυτοί. Όταν δε εστερέωσαν περισσότερον την εξουσίαν των, δεν ευλαβούντο πλέον κανένα εκ των πολιτών, αλλά εθανάτωναν τους διακρινομένους είτε διά την περιουσίαν των είτε διά το γένος των είτε διά τα αξιώματά των και διά ν' απαλλάσωνται του εξ αυτών φόβου και διότι ήθελαν να διαρπάζουν τας περιουσίας τούτων και εις διάστημα ολίγου καιρού είχαν θανατώση όχι ολιγωτέρους από χίλιους πεντακοσίους.

Ενώ δε τοιουτοτρόπως εξέπιπτεν η πόλις (143) , ο Θηραμένης αγανακτών διά τα διαπραττόμενα συνεβούλευε (τους τριάκοντα) να παύσωσι μεν την τοιαύτην κατάχρησιν της εξουσίας (144) , να δώσουν δε εις τους εγκρίτους των πολιτών συμμετοχήν εις την διοίκησιν της πολιτείας. Εκείνοι δε κατ' αρχάς εναντιωθέντες, όταν διεδόθησαν οι λόγοι ούτοι εις το πλήθος και οι πολλοί ήσαν ευνοϊκοί προς τον Θηραμένην, φοβηθέντες μη αυτός γενόμενος αρχηγός του λαού καταλύση την δυναστικήν εξουσίαν των, εκλέγουν και καταγράφουν τρισχιλίους εκ των πολιτών διά να δώσουν εις αυτούς συμμετοχήν εις την διοίκησιν της πολιτείας. Ο Θηραμένης δε και πάλιν τους επικρίνει δι' αυτά, πρώτον μεν διότι θέλοντες να δώσουν πολιτικά δικαιώματα εις τους εγκριτωτέρους, απένειμαν τοιαύτα εις τρισχιλίους μόνον, ως εάν εις τον αριθμόν τούτον ακριβώς περιελαμβάνετο το πλήθος των εναρέτων, εξ άλλου δε ότι κάμνουν τα δύο εναντιώτατα, καθιστώντες επί της βίας στηριζομένην την εξουσίαν και εν ταυτώ αδυνατωτέραν των εξουσιαζομένων. Εκείνοι δε εις αυτά μεν δεν έδωκαν προσοχήν, τον δε κατάλογον των τρισχιλίων διά πολύν μεν καιρόν ανέβαλαν να εφαρμόσουν, είχαν όμως υπ' όψιν και εις αυτόν να περιλαμβάνουν τους γνωστούς ότι είναι φίλοι των, οσάκις δε ήθελαν νομίση πρόσφορον εις αυτούς να γνωστοποιούν (μεταβολάς του καταλόγου), άλλους μεν από τους περιλαμβανομένους εις αυτόν έσβυναν, άλλους δε εις αντικατάστασιν τούτων έξωθεν κατεχώρουν.

Ήδη δε εις την αρχήν του χειμώνος, ότε ο Θρασύβουλος μετά των εξορίστων κατέλαβε το φρούριον της Φυλής και αφού από την επίθεσιν κατ' αυτού, την οποίαν επεχείρησαν οι τριάκοντα διά στρατού, κακώς απεχώρησαν, έλαβαν απόφασιν ν' αφαιρέσουν μεν τα όπλα των άλλων να φονεύσουν δε τον Θηραμένην κατά τον εξής τρόπον:

Υπέβαλαν εις την βουλήν δύο σχέδια νόμου προστάζοντες να τα ψηφίση· εξ αυτών ο μεν ένας νόμος έκαμνεν απολύτους εξουσιαστάς (αυτοκράτορας) τους τριάκοντα να θανατώνουν όσους έκριναν εκ των πολιτών των μη περιλαμβανομένων εις τον κατάλογον των τρισχιλίων· ο δε άλλος απηγόρευε το να μετέχουν της παρούσης πολιτείας όσοι τυχόν είχαν κατεδαφίση το εν Ηετιωνεία τείχος ή είχαν πράξη τι εναντίον των τετρακοσίων των ιδρυτών της προγενεστέρας ολιγαρχίας· εις αυτά δε και τα δύο είχε λάβη μέρος ο Θηραμένης, ώστε με την ψήφισιν των νόμων συνέβαινε και να ευρίσκεται στερημένος αυτός πολιτικών δικαιωμάτων (145) και οι τριάκοντα να γίνωνται κύριοι να τον θανατώσουν· ότε δε εφονεύθη ο Θηραμένης, και τα όπλα αφήρεσαν όλων εκτός των τρισχιλίων και κατά τα άλλα πολύ εξετράπησαν εις σκληρότητα και πονηρίαν, αποστείλαντες δε πρέσβεις εις Λακεδαίμονα κατηγόρουν τον Θηραμένην, συνάμα δε εζήτουν (από τους Λακεδαιμονίους) να τους βοηθήσουν· τα οποία ακούσαντες οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν αρμοστήν (146) και ως επτακοσίους στρατιώτας, οι οποίοι ελθόντες εφρούρουν την Ακρόπολιν.

113Όχι ο ιστορικός, αλλ' ο υιός του Μελησίου, ικανός και τίμιος πολιτικός, εξορισθείς αργότερα.
114Οι ρήτορες από του βήματος της Πνυκός ωμίλουν άνευ ζώνης διά την ούτω ευρυχωρίαν της αμφιέσεως και το εύσχημον. Ο Κλέων παρέβη το έθος, αγορεύσας με την συνήθη ανεπίσημον και αγοραίαν αμφίεσιν. Παραβλ. Σχολ. Αισχίν. σελ. 14.
115Διωβολία ή διωβελία ελέγετο η εκ του δημοσίου ταμείου παροχή δύο οβολών προς πληρωμήν εισητηρίων του θεάτρου κατ' αρχάς και κατόπιν άλλην επίσης επί πληρωμή θεωριών. Εδίδοντο δε εις πάντα ζητούντα πολίτην οι δύο οβολοί δι' εκάστην των τριών ημερών της εορτής των Μεγάλων Διονυσίων.
116«Ή μην συγγράψειν». Οι εκλεγόμενοι εις ωρισμένην ημέραν να γράψωσι νόμους ελέγοντο συγγραφείς. Ο Θουκυδίδης 8,67 τους ονομάζει «συγγραφείς αυτοκράτορας».
117Η επιτροπή αύτη συνέστη υπό του δήμου ευθύς μετά την καταστροφήν της Σικελίας ίνα την δημοκρατίαν τροχοπεδήση. Πρβλ. Σχολ. Αριστ. Λυσ. 421. Μετέσχον δ' αυτής οι ποιηταί Σοφοκλής και Άγνων ο πατήρ του Θηραμένους.
118Δύο συνοπτικοί τύποι διαδικασίας του δημοσίου δικονομικού δικαίου των Αθηναίων, δι' ων άνευ προηγουμένης κλητεύσεως δι' εγκλήματα πολιτικής φύσεως επ' αυτοφώρω, επενέβαινον οι ανώτατοι της πολιτεία άρχοντες. Αναλογία τις υπάρχει προς την παρ' ημίν κήρυξιν του στρατιωτικού νόμου.
119«Ομόσαντες καθ' ιερών τελείων», ήτοι επί σφαγίων, προσφερθέντων επί του βωμού εις θυσίαν διά πλήρους ιεροτελεστίας.
120Οι πέντε χιλιάδες αυτοί δεν ήσαν οι οριζόμενοι εις το σχέδιον των προδούλων διά ν' αποτελέσουν εις το μέλλον την εκκλησίαν του δήμου, οι οποίοι και ουδέποτε εξελέγησαν (ίδε Θουκ. 8, 92), αλλ' οι υπό τα όπλα πέντε χιλιάδες πολίται. Το δε όλον των πολιτών τότε ανήρχετο εις 26 χιλιάδας.
121Ιερομνήμων ελέγετο ο αντιπρόσωπος των Αθηνών εις το Αμφικτυωνικόν συνέδριον.
122Οι δέκα ταξίαρχοι διετέλουν υφιστάμενοι των δέκα στρατηγών, καθείς δε αυτών ήτο στρατιωτικός αρχηγός των πεζών της φυλής του. Ίππαρχοι δε ήσαν δύο και ούτοι προϊστάμενοι των ταξιάρχων και αρχηγοί των δύο ιππικών σωμάτων. – Φύλαρχοι ήσαν, ως αλλαχού εσημειώθη, οι διοικούντες τα παρ' εκάστη φυλή, πλην των στρατιωτικών, πράγματα.
123Διφορούμενον και πως ασαφές το κείμενον, έχον ούτω: «αιρείσθαι δε πάντας τούτους εκ προκρίτων, εκ των αεί βουλευόντων πλείους προκρίνοντας».
124«Νείμαι δε και τους άλλους προς την λήξιν εκάστων».
125«Κληρούν δε την βουλήν τους εννέα άρχοντας». Η φράσις φαίνεται παρέμβλητος.
126Ήτοι να ορίζωνται πέντε ψηφολέκται, αντικαταστήσαντες ούτως εις την δικαιοδοσίαν αυτήν τους πρυτάνεις.
127«Τον επιψηφιούντα».
128«Ίνα νεμηθώσιν οι τετρακόσιοι εις τας τέτταρας λήξεις».
129«Επιψηφίσαντος». Ο επιστατών την ψηφοφορίαν εψήφιζε τελευταίος.
130«Πριν διαβουλεύσαι».
131«Ενάτη φθίνοντος Θαργηλιώνος». Οι 12 μήνες του Αττικού ημερολογίου διηρούντο καθένας εις τρεις δεκάδας ημερών. Η πρώτη ημέρα του μηνός ελέγετο νουμηνία, η δεκάτη ελέγετο και προτέρα, – η εικοστή ελέγετο εικάς, η δε τριακοστή ελέγετο «ένη και νέα» ή τριακάς. Ο μην Θαργηλιών αντιστοιχεί με τον Μάιον και ήτο ο ενδέκατος του ημερολογίου και ο Σκιροφοριών (Ιούνιος) ήτον ο τελευταίος.
132Κατά ιστορικήν ακρίβειαν 99 έτη.
133Ήτοι από Μαΐου μέχρι Σεπτεμβρίου του 411 π. Χ.
134«Τοις πεντακισχιλίοις τοις εκ των όπλων».
135Την γνώμην αυτήν ο Αριστοτέλης αρύεται εκ του Θουκυδίδου (8,98) του οποίου τας κρίσεις αποδέχεται καθ' όλην την εξιστόρησιν των πολιτικών ανωμαλιών, των μετά την εν Σικελία καταστροφήν.
136Πιθανώς το 410 π. Χ. μετά την εν Κυζίκω ναυμαχίαν.
137Το κείμενον εκ παραδρομής φέρει «εβδόμω».
138«Αγγελήθεν» προς διάκρισιν του κατά το 412 π. Χ. ομωνύμου άρχοντος.
139«Πονηρός ούτος και πλείσταις καταδίκαις ενεχόμενος» Αριστοφ. Σχολ. 157.
140Το 404 – 403 π. Χ.
141«Τους περί Αρεοπαγιτών καθείλον εξ Αρείου Πάγου». Το εξ Αρείου Πάγου φαίνεται παρέμβλητος επεξήγησις αντιγραφέως.
142«Ποιήσαντες καθάπαξ, τας δε προϊούσας δυσκολίας». Το δε φαίνεται παρέμβλητον.
143«Της πόλεως υποφερομένης»· η μετοχή είναι και αιτιολογική και χρονική.
144«Παύσασθαι της ασελγείας»· η φράσις του κειμένου είναι πλέον παραστατική και μεταφορική, κατά την Αττικήν συνήθειαν.
145«Έξω τε γίγνεσθαι της πολιτείας αυτόν».
146Αρμοστής ελέγετο ο αποστελλόμενος υπό της Σπάρτης στρατιωτικός διοικητής εις κυριευθείσας πόλεις. Πρβλ. Θουκιδ. 8, 5.